ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΟΕΕ/ΤΑΚ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΛΑΣΙΘΙΟΥ

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΟΕΕ/ΤΑΚ κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ  ΠΕΡΑΚΗ

ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΠΟΥ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΕ ΤΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΛΑΣΙΘΙΟΥ

ΣΤΙΣ 30/9/2008 ΜΕ ΘΕΜΑ 

" ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ Γ'  ΚΠΣ ΣΤΟ ΕΣΠΑ 2007-2013"

Η εισήγηση έχει βασιστεί εξ ολοκλήρου στην ομώνυμη εργασία-μελέτη που συντάχθηκε το 2006 από κοινές ομάδες Εργασίας των τριών Επιστημονικών Επιμελητηρίων Κρήτης ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ,ΤΕΧΝΙΚΟ,ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΟ κατόπιν εντολής-ανάθεσης του Γ.Γ. της Περιφέρειας Κρήτης προκειμένου να εξαχθούν χρήσιμα και απαραίτητα συμπεράσματα για την πορεία των προηγούμενων προγραμματικών περιόδων και να χαραχθούν νέοι στόχοι και άξονες προτεραιότητας για την παρούσα προγραμματική περίοδο. 

Αξιολόγηση αποτελεσμάτων προγραμματικών περιόδων 1986-2006 

Μέχρι το 1986 πρώτη χρονιά που επιχειρήθηκε από το Ελληνικό Κράτος με την συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέμβαση σε Περιφερειακό Επίπεδο μέσω ενός ολοκληρωμένου Προγράμματος Περιφερειακής Ανάπτυξης(ΜΟΠ) , είχαν υλοποιηθεί στην Ελλάδα μόνο Εθνικά Προγράμματα Ανάπτυξης . 
Ο αναπτυξιακός σχεδιασμός της Κρήτης , την εποχή εκείνη κινήθηκε στη λογική της διασφάλισης μιας εξισορροπημένης ενσωμάτωσης της τοπικής οικονομίας σαν τμήμα της Ελληνικής, στην Οικονομία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προκειμένου να αποφευχθεί η υπερβολική εξάρτιση της τοπικής οικονομίας από τον τουρισμό που ιστορικά άρχισε να αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς τις προηγούμενες δεκαετίες με κίνδυνο την σημαντική υποχώρηση των υπόλοιπων τομέων της οικονομίας και κυρίως της γεωργίας. Για την υλοποίηση της παραπάνω στρατηγικής διατέθηκαν 501,2 εκατ ECU χρηματοδοτώντας περισσότερα από 2000 έργα. 
Την περίοδο 1989-1993 στα πλαίσια του ΠΕΠ Κρήτης και παράλληλα με την υλοποίηση του ΜΟΠ όπου συνέπεσε χρονικά, διαφοροποιήθηκε ο αναπτυξιακός σχεδιασμός εγκαταλείποντας τον ολοκληρωμένο χαρακτήρα του και υιοθετώντας την τομεακή προσέγγιση στην αναπτυξιακή διαδικασία διατέθηκαν 186,6 εκατ ECU. Ένα σημαντικό ποσοστό χρηματοδοτήσεων και στα δύο προγράμματα κατευθύνθηκε στις υποδομές 40%.
Η σημαντικότερη αναθεώρηση της αναπτυξιακής διαδικασίας επιχειρήθηκε στα πλαίσια του ΠΕΠ Κρήτης 1994-1999 με την καλύτερη ιεράρχηση των στόχων και την καλύτερη αντιστοίχιση μέσων και στόχων επικεντρώνοντας την αναπτυξιακή στρατηγική της Κρήτης σε τρεις στόχους. Την ανάδειξη της Κρήτης σε οικονομικό και ερευνητικό κέντρο στο χώρο της Ν.Α. Μεσογείου, την ολοκληρωμένη ανάπτυξη των τομέων της Κρητικής Οικονομίας με έμφαση στην ορθολογική αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του πρωτογενούς και τριτογενούς τομέα και τέλος την εφαρμογή μιας περιβαλλοντικής πολιτικής που θα διασφαλίζει την βιώσιμη ανάπτυξη και την βελτίωση της ποιότητας ζωής. Για την υλοποίηση αυτών των στόχων διατέθηκαν 536,72 δις δραχμές μέσω όχι μόνο του ΠΕΠ όπου διατέθηκαν 164,8 δις δρχ αλλά και του Ταμείου Συνοχής, τα Τομεακά Επιχειρησιακά Προγράμματα του ΚΠΣ , τις Κοινοτικές πρωτοβουλίες και τους Εθνικούς πόρους με εμφανή την συγκέντρωση πόρων και πάλι στις υποδομές πλέον του 60%. 
Οι άξονες προτεραιότητας την περίοδο 2000-2006 στα πλαίσια του αντίστοιχου ΠΕΠ Κρήτης έγινε με δύο κριτήρια αυτά της ενδογενούς δυναμικής ανάπτυξης της Περιφέρειας και της διατυπωμένης επιδίωξης για οικονομική και κοινωνική σύγκλιση. Η επίτευξη των στόχων ενισχύθηκε σημαντικά από τις παρεμβάσεις που χρηματοδοτούν τα Τομεακά Επιχειρησιακά Προγράμματα του Γ ΚΠΣ ,οι Κοινοτικές πρωτοβουλίες το Ταμείο συνοχής και οι εθνικοί πόροι. 
Ανατρέχοντας στους βασικούς στόχους και άξονες ανάπτυξης που τέθηκαν κατά τις προηγούμενες Αναπτυξιακές Προγραμματικές περιόδους για την Κρήτη διαπιστώνεται ότι στην πλειονότητά τους δεν υλοποιήθηκαν. Ο αρχικός στρατηγικός στόχος της σύγκλισης της οικονομίας της Κρήτης με τον μέσο αναπτυξιακό επίπεδο της χώρας επετεύχθη μερικά, αφού διατηρήθηκε ένα σημαντικό αναπτυξιακό έλλειμμα στους βασικούς τομείς της τοπικής οικονομίας, όμως οι ανισότητες στους βασικούς παραγωγικούς τομείς και στην χωροταξική κατανομή επιδεινώθηκαν. 
Βασική διαπίστωση είναι πως οι κοινοτικές και δημόσιες χρηματοδοτήσεις της περιόδου 1986-2006 μπορεί να άμβλυναν τα προβλήματα της παραγωγικής δομής και του περιβάλλοντος στην Κρήτη, μπορεί να έκλειισαν κάπως την ψαλίδα μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής πρωτοβουλίας που ήταν πάντα έντονη στο νησί αλλά δεν κατάφεραν , με τον τρόπο που αξιοποιήθηκαν, να καλύψουν το έλλειμμα σχεδιασμού και υποδομών ώστε να μπορούμε σήμερα να ισχυριστούμε πως παραδίδουμε ένα σχεδιασμένο περιβάλλον, με σύγχρονες και σχετικά πλήρεις υποδομές, με σαφείς όρους και προϋποθέσεις ανάπτυξης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και δράσης της κοινωνίας γενικότερα. 
Το έντονο πρόβλημα της μη ορθολογικής και ανισόρροπης ανάπτυξης της Περιφέρειας, αποτέλεσμα του ελλείμματος σχεδιασμού, είναι σήμερα το μεγαλύτερο αναπτυξιακό πρόβλημα της Κρήτης. 

Οι βασικές αιτίες μη επίτευξης των στόχων περιόδων 1986-2006 είναι:

-απουσία χωροταξικού σχεδιασμού.
-ασυνέχεια της αναπτυξιακής στρατηγικής.
-απουσία ιεράρχησης, η έλλειψη μελετών και οι σκοπιμότητες στην επιλογή έργων για χρηματοδότηση.
-η υιοθέτηση του κριτηρίου της απορροφητικότητας του έργου.
-η απουσία των δομών του αναπτυξιακού σχεδιασμού και της κοινωνίας
-η έλλειψη συμβατότητας έργων- δράσεων και στόχων της Αναπτυξιακής Στρατηγικής της Περιφέρειας Κρήτης.
-η ανάγκη αντιμετώπισης της Κρήτης ως Νησιωτικής Περιφέρειας και παράλληλα ως ορεινής περιοχής. 
- η ίδρυση και των Καποδιστριακών Δήμων και ο ρόλος τους στην αναπτυξιακή διαδικασία. Οι περιφερειακές δομές των προγραμμάτων.
-η Δημόσια Διοίκηση και η υποβάθμισή της.
-η ανάγκη εκπόνησης πλήρων μελετών.
-Οι προδιαγραφές εκπόνησης κι εκτέλεσης των έργων. «Ουρές και γέφυρες» έργων. 

Αναπτυξιακή προοπτική της Κρήτης

Κυρίαρχο χαρακτηριστικό της οικονομίας της Κρήτης εξακολουθεί να είναι η υπέρμετρη ανάπτυξη του μαζικού τουρισμού. Ταυτόχρονα όμως είναι μεγάλες οι δυνατότητες για αξιοποίηση άλλων, εναλλακτικών μορφών τουρισμού και ανάδειξης του φυσικού περιβάλλοντος, καθώς και οι δυνατότητες του πρωτογενή τομέα να παράξει προϊόντα με σαφή ποιοτικά και αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά, ικανά να διασφαλίσουν μια βιώσιμη ανάπτυξη για την περιοχή, παρά τη συνεχιζόμενη κάμψη του πρωτογενή και τις κρίσεις του μαζικού τουρισμού. Οι δύο αυτοί κυρίαρχοι τομείς προσδίδουν και τα δύο άλλα χαρακτηριστικά της οικονομίας που είναι ο εξαγωγικός προσανατολισμός στις διεθνείς αγορές και ιδιαίτερα στις ευρωπαϊκές και η κυκλικότητα που οφείλεται στις ετήσιες διακυμάνσεις του τουρισμού και της ελαιοκαλλιέργειας.
Οι αδυναμίες- προβλήματα της τοπικής οικονομίας αφορούν εγγενή χαρακτηριστικά των δύο κυρίαρχων τομέων της οικονομίας, αλλά κυρίως η απουσία μεταποίησης και διατομεακών συνεργιών. Έτσι στις κύριες αδυναμίες- προβλήματα, συγκαταλέγονται: η συνεχιζόμενη εξάρτηση από τον μαζικό τουρισμό, με συνέπεια τη μείωση της πληρότητας των ξενοδοχειακών μονάδων σε εποχές χαμηλής ζήτησης, η συνεχής υποβάθμιση της ενδοχώρας εξαιτίας της αδυναμίας υποστήριξης του πρωτογενή τομέα κυρίως από τον τουρισμό και την μεταποίηση-τυποποίηση και οι περιορισμένης αποτελεσματικότητας μηχανισμοί εμπορίας και προβολής. Η σύζευξη μεταποίησης και υπηρεσιών, η δικτύωση καθώς και η διασύνδεση της τοπικής οικονομίας με τα ερευνητικά κέντρα και ΑΕΙ της Κρήτης παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Δεν έχουν ακόμα εδραιωθεί ισχυρές και αποτελεσματικές δομές υποστήριξης της τοπικής οικονομίας, που θα ενισχύσουν την ενσωμάτωση καινοτομιών στην παραγωγική διαδικασία ή και στην πρωτογενή ανάπτυξη και εμπορική τους εκμετάλλευση σε διευρημένη κλίμακα. 
Ως ισχυρότερες προκλήσεις για την τοπική οικονομία αλλά και προϋποθέσεις προσαρμογής της στο νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον παραμένουν η διασύνδεση των επιμέρους τομέων, η ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και κυρίως αυτών που σχετίζονται με την ποιότητα ζωής, το φυσικό περιβάλλον και την προσφορά επώνυμων και ποιοτικών προϊόντων, καθώς και η περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και ανταγωνιστικότητας, η οργάνωση των μονάδων σε σύγχρονη βάση η εγκατάστασή τους σε οργανωμένους χώρους (ΒΙΟΠΑ,ΒΕΠΕ) και η ανάπτυξη ισχυρών διασυνδέσεων μεταξύ έρευνας και τεχνολογίας. 
Ιδιαιτέρως, τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα της βιοποικιλότητας, του απαράμιλλου φυσικού τοπίου μας, του μνημειακού και πολιτιστικού μας πλούτου κινδυνεύουν να υποβαθμιστούν από τις αυθαίρετες παρεμβάσεις των οικονομικών δραστηριοτήτων. Η θεσμοθέτηση και τήρηση συγκεκριμένων χρήσεων γης και χωροταξικού σχεδιασμού γενικότερα αποτελεί πρώτη και άμεση προτεραιότητα. 
Η Κρήτη χαρακτηρίζεται ως μια από τις γρηγορότερες αναπτυσσόμενες περιφέρειες της Ελλάδας. Μετά την πολύχρονη εμπειρία που αποκτήθηκε στα ζητήματα σχεδιασμού και προγραμματισμού την 20 ετία που πέρασε και την αξιολόγηση που προηγήθηκε πρέπει πλέον να τροποποιηθεί η μεθοδολογία αναπτυξιακού σχεδιασμού και κυρίως οι βασικοί αναπτυξιακοί στόχοι . Είναι επιβεβλημένο λοιπόν η τέταρτη προγραμματική περίοδος να εστιαστεί στην υλοποίηση ενός Ολοκληρωμένου και Ισόρροπου σχεδίου βιώσιμης ανάπτυξης του νησιού με έμφαση στην ενδοχώρα και τον πρωτογενή τομέα και κυρίως με άλλο τρόπο διαχείρισης. Οι στόχοι θα πρέπει να εστιάζονται στην ισόρροπη ανάπτυξη, στην σύνδεση των παραγωγικών τομέων της Κρήτης και στην ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της Κρήτης. Πιο συγκεκριμένα: 
-να επιδιώκεται η ανάπτυξη που «ταιριάζει» στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νησιού κι αξιοποιεί τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα κι όχι μια ανάπτυξη που υπαγορεύεται από εξωγενείς παράγοντες και διακρίνεται από μιμητισμό άλλων προτύπων και μεγεθών.  
-να αναδείξουμε, διαφημίσουμε αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και να προσπαθήσουμε να τα αναβαθμίσουμε περαιτέρω παρά να εμμένουμε σε προσπάθειες ανταγωνισμού μας με άλλες περιοχές σε άλλα προνομιακά για αυτές πεδία, υποβιβάζοντας την ποιότητα των υπηρεσιών μας και το επίπεδο ζωής μας.  
-να επικεντρωθούμε στην βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών παραγωγής και υπηρεσιών κι όχι στην ποσοτική-μαζική προσαύξησή τους. Εξάλλου αυτό θα μας καταστήσει ανταγωνιστικούς, αυτό υπαγορεύουν οι σύγχρονες εξελίξεις. 
-να στραφούμε στην ενδοχώρα και με μέτρα και πολιτικές να αντιμετωπίσουμε την ερήμωσή της κι όχι να μείνουμε για άλλη μια φορά στα λόγια αναπτύσσοντας τα βόρεια παράλια. 
-να διασυνδέσουμε τους τομείς του τουρισμού και της γεωργίας, μεταποίησης αγροτικών προϊόντων μας ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοτροφοδοτούνται κι όχι να εμμένουμε σε παρωχημένες και καταστροφικές πολιτικές μαζικού και φθηνού τουρισμού. 
Αναγκαία και ικανή προϋπόθεση για την ανάπτυξη και οικονομική επιβίωση του νησιού αποτελεί ο σχεδιασμός και υλοποίηση ενός περιφερειακού Σχεδίου ολοκληρωμένης και ισόρροπης ανάπτυξης με έμφαση στην ενδοχώρα. Η Κρήτη πρέπει και μπορεί να γίνει «τόπος παραθερισμού, παραμονής και εργασίας-διατροφικός τροφοδότης της Ευρώπης».